ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΑΓΕΙΡΑ
Η πόλη ιδρύθηκε το 655 π.Χ., από Ίωνες αποίκους της νήσου Άνδρου, ενώ λίγο αργότερο έφθασαν άποικοι και από τη Χαλκίδα. Μετά τους περσικούς πολέμους έγιναν και τα Στάγιρα μέρος της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας συνεισφέροντας στο κοινό ταμείο. Κατά τον Πελοποννησιακό όμως πόλεμο και συγκεκριμένα το 424 π.Χ., η πόλη αποστάτησε από τους Αθηναίους και συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες. Το γεγονός εξόργισε τους Αθηναίους, οι οποίοι και έσπευσαν να πολιορκήσουν την πόλη, δίχως όμως αποτέλεσμα. Αργότερα όμως τα Στάγειρα προχώρησαν στο Κοινό των Χαλκιδέων, στην συνομοσπονδία δηλαδή όλων των πόλεων της Χαλκιδικής που είχε έδρα την Όλυνθο. Το 349 π.Χ. η πόλη πολιορκήθηκε και στη συνέχεια υπέκυψε στο βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο το Β΄, ο οποίος και την κατέστρεψε ολοσχερώς, για να την επανιδρύσει όμως σε λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος, προς τιμήν του Αριστοτέλη. Φαίνεται όμως ότι η καταστροφή αυτή από το Φίλιππο σηματοδότησε ήδη την αρχή της παρακμής της πόλης, η οποία άρχισε να φθίνει συνεχώς. Έτσι, ο γεωγράφος Στράβων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, σημειώνει ότι στην εποχή του τα Στάγειρα ήταν ήδη ερημωμένα. Χίλια περίπου χρόνια αργότερα, αναφέρεται η ύπαρξη, στην ίδια θέση, ενός μικρού μεσαιωνικού κάστρου, που έφερε το όνομα "Λιβασδιάς" και αργότερα "Λιψάσδα". Στο κάστρο αυτό ανήκουν προφανώς τα λίγα κτίσματα στην κορυφή του Βόρειου Λόφου, καθώς και το βυζαντινό τείχος που φράσσει, στην αρχή του, τον ίδιο λόφο. Μας παραδόθηκε και η πληροφορία ότι, στα κλασσικά χρόνια, τα Στάγειρα έφεραν και το όνομα Ορθαγορία, άποψη όμως που είναι εσφαλμένη, κυρίως επειδή πόλη με αυτό το όνομα υπήρχε κοντά στη Μαρώνεια της Θράκης.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Γεννήθηκε στα Στάγειρα το 384 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Νικόμαχος, γιατρός του βασιλιά Αμύντα Β΄ και μητέρα του η Φαιστίς ή Φαιστιάς. Οι γονείς του πέθαναν νωρίς και τη φροντίδα του μικρού Αριστοτέλη ανέλαβε ο Πρόξενος, συγγενής του από τον Αταρνέα, μία πόλη της Μυσίας. Σε ηλικία 18 ετών κατέβηκε από τα Στάγειρα στην Αθήνα, όπου και φοίτησε για 20 ολόκληρα χρόνια στην Πλατωνική Ακαδημία, μέχρι δηλαδή το θάνατο του Πλάτωνα το 347 π.Χ. Λίγο πριν ο Αριστοτέλης είχε ιδρύσει σχολή στην ?σσο της Τρωάδας, ως παράρτημα της Ακαδημίας. Τότε παντρεύτηκε την Πυθιάδα από τον Αταρνέα. Στην περιοχή της Τρωάδας έμεινε 3 χρόνια και κατόπιν πέρασε στην Λέσβο, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Θεόφραστο, τον οποίο άφησε αργότερα διάδοχο στη σχολή της Αθήνας. Στη Λέσβο έμεινε 2 χρόνια, μέχρι δηλαδή το 343 π.Χ., οπότε και τον κάλεσε στην Πέλλα ο Φίλιππος Β΄ ως δάσκαλος του γιου του Αλέξανδρου. Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου κράτησε 3 χρόνια, μέχρι δηλαδή το 340 π.Χ. Στη συνέχεια ο Αριστοτέλης αποσύρθηκε στα Στάγειρα, όπου και ξαναπαντρεύτηκε, αυτή τη φορά με τη συμπατριώτισσα του Χερφυλλίδα (ή Ερπυλλίδα). Στην Αθήνα επέστρεψε το 335 π.Χ., οπότε και ίδρυσε δική του σχολή, το Λύκειο, που αργότερα ονομάστηκε Περίπατος. Διηύθυνε τη σχολή αυτή για 12 χρόνια, διάστημα στο οποίο συντελέστηκε ολόκληρο το θαυμαστό του έργο. Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, κατηγορήθηκε από τους εχθρούς του "επί ασεβεία" και κατέφυγε στη Χαλκίδα, όπου είχε ένα κτήμα, κληρονομιά από τη μητέρα του. Εκεί στη Χαλκίδα και σε ηλικία 63 ετών, τον βρήκε ο θάνατος σ' ένα χρόνο, το 322 π.Χ. ?φησε δύο παιδιά, την Πυθιάδα και το Νικόμαχο. Σύμφωνα με μια μεταγενέστερη γραπτή παράδοση, ένα χρόνο μετά το θάνατο του Αριστοτέλη στη Χαλκίδα, οι Σταγειρίτες μετέφεραν επισήμως κι έθαψαν τα οστά του μέσα στην πόλη τους. Αναφέρεται ότι έγινε τότε μεγαλοπρεπής τελετή, ότι ιδρύθηκε μεγάλος βωμός στον τάφο του φιλοσόφου και ότι καθιερώθηκε προς τιμήν του ετήσια γιορτή, τα "Αριστοτέλεια". Σήμερα γίνονται προσπάθειες για την αναβίωση της μεγάλης αυτής γιορτής των "Αριστοτέλειων". Οι πρώτες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις έγιναν το καλοκαίρι του 1996 και σημείωσαν μεγάλη επιτυχία.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ
Πριν αρχίσουν οι ανασκαφές στ' αρχαία Στάγειρα, ορατά ήταν μόνο τα ίχνη της μεσαιωνικής κατοίκησης στο Βόρειο Λόφο (κυρίως το βυζαντινό διατείχισμα), ενώ, από την αρχαιότερη πόλη των Σταγείρων, ελάχιστα ίχνη διακρίνονταν, μέσα στην πυκνή δασώδη βλάστηση. Είναι προς τιμήν των κοινοτικών συμβουλίων της Ολυμπιάδας ότι από χρόνια πάσχιζαν να πείσουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, να ξεκινήσει τις ανασκαφές στην πατρίδα του Αριστοτέλη. Μια πρώτη, μικρής κλίμακας και ολιγοήμερη ανασκαφική προσπάθεια αναλήφθηκε το 1968, από τον τότε διευθυντή του Μουσείου Θεσσαλονίκης Φ. Πέτσα. Διενεργήθηκαν τότε έρευνες σε δυο σημεία, εκτός των ορίων της τειχισμένης πόλης: στον κολπίσκο της "Συκιάς", όπου αποκαλύφτηκαν αναλημματικοί τοίχοι της κλασικής περιόδου και στη θέση "Βίνα" (περί το 1,5 χλμ. ΝΑ των αρχαίων Σταγείρων), όπου ήρθε στο φως ένας κυκλικός πύργος. Αφορμή, γι' αυτήν την προσπάθεια είχε σταθεί τότε η ανεύρεση κυρίως ενός ημίεργου αγάλματος κούρου, που ανασύρθηκε από ιδιώτη δύτη στον κολπίσκο του "Λιοτοπιού". Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερα από 20 χρόνια, από την πρώτη εκείνη ανασκαφική προσπάθεια, για να ξαναρχίσουν με συστηματικό πλέον τρόπο, οι ανασκαφές στα Στάγειρα. Η έναρξη έγινε από τον Κωνσταντίνο Σισμανίδη, με δοκιμαστικές και διερευνητικές τομές, το Σεπτέμβριο του 1990. Τα ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα εκείνης της έρευνας δημιούργησαν τις ευνοϊκές προϋποθέσεις για την συνέχιση των ανασκαφών, οι οποίες διεξάγονται κανονικά μέχρι σήμερα.
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ
1. Πρώιμη κλασική οχύρωση: Στην περίοδο της μεγάλης της ακμής, δηλαδή από το 500 π.Χ. περίπου μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., η πόλη προστατευόταν με ισχυρό οχυρωματικό περίβολο, το συνολικό μήκος του οποίου υπολογίζεται γύρω στα 2 χλμ. Πρόκειται για ένα θαυμαστό έργο της οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, που χρονολογείται γύρω στο 500 π.Χ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, εκτός από τη νότια πλευρά των Σταγείρων, όπου το τείχος φράσσει την πόλη από θάλασσα σε θάλασσα, στις άλλες τις τρεις πλευρές αυτό βγαίνει πάντοτε παράλληλα και κατά μήκος της κρημνώδους ακτής. Η πορεία του ανιχνεύεται σ' ολόκληρη την περίμετρο της πόλης, πλήρης όμως αποκάλυψη της οχύρωσης έχει γίνει, μέχρι τώρα, μόνο στο νότιο σκέλος της, αλλά και σε μεγάλα τμήματα του ανατολικού, δυτικού και βόρειου σκέλους της, σ' ένα συνολικό δηλαδή Το τείχος αυτό, πάχους 2 μ., είναι χτισμένο με πωρόλιθους, ασβεστόλιθους και μαρμαρόλιθους, με διάφορα συστήματα δόμησης, κυριότερα από τα οποία είναι, εκτός βέβαια από το ακανόνιστο, το λεγόμενο ''αιγυπτιάζον'' (που χρησιμοποιεί, κατά τόπους, πλακοειδή βύσματα σε επάλληλες στρώσεις), το ''λέσβιο'' σύστημα (που συναντάται σ' ένα μεγάλο τμήμα του νότιου σκέλους της οχύρωσης) και το πολυγωνικό, σημαντικό τμήμα του οποίου αποκαλύφτηκε πρόσφατα στο ακρότατο σημείο του βόρειου λόφου, αμέσως πάνω από τον απότομο γκρεμό. Το τείχος διατηρείται σε εξαιρετική κατάσταση (σε ορισμένα σημεία του σώζεται μέχρι ύψος 4 μ.) και θεμελιώνεται κλιμακωτά στο βράχο, ακολουθώντας τις έντονες κλίσεις του ορεινού εδάφους. Σε δυο σημεία του μέχρι τώρα, από ένα αντίστοιχα στο νότιο και δυτικό του σκέλος, αποκαλύφτηκαν μικρές πυλίδες, ενώ, κατά διαστήματα, ανοίγονται σ' αυτό οχετοί, για την απομάκρυνση των ομβρίων υδάτων. Στο νότιο ειδικά σκέλος του και σε κανονικές μεταξύ τους αποστάσεις, υπάρχουν μεγάλοι κύκλοι και τετράγωνοι πύργοι. Μέχρι σήμερα, έχουν έρθει στο φως τρεις τέτοιοι κυκλικοί και άλλοι τόσοι τετράγωνοι πύργοι. Αντίστοιχα, σε διάφορα σημεία του εσωτερικού μετώπου του τείχους, κολλούν μεγάλες ορθογώνιες και συμπαγείς λιθοκατασκευές. Πρόκειται για τις λεγόμενες κλίμακες ανόδου, που οδηγούσαν με σκαλοπάτια στους προμαχώνες του τείχους. Σημειώνουμε εδώ ότι, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης μελέτης, η οποία συντάχθηκε από ομάδα αρχιτεκτόνων, ξεκίνησε το 1995 και το πρόγραμμα αναστήλωσης αυτού του νότιου σκέλους της οχύρωσης. Προς το παρόν οι αναστηλωτικές εργασίες περιορίστηκαν σε μεγάλα τμήματα του τείχους , δεξιά και αριστερά αντίστοιχα της πυλίδας που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου , στον κυκλικό πύργο αμέσως στα δεξιά της και στο μεγάλο τετράγωνο πύργο, περί τα 50 μ. ανατολικότερα. Οι επεμβάσεις στους δύο αυτούς πύργους είναι σχετικά μεγάλης κλίμακας, επειδή προβλέπεται ν' αποτελέσουν και σημεία θέασης των επισκεπτών.
2. Ακρόπολη: Καταλαμβάνει το μεγάλο πλάτωμα, που βρίσκεται στην κορυφή του Νότιου Λόφου. Σε κάτοψη, παρουσιάζει σχήμα ορθογωνίου περίπου τριγώνου, του οποίου η νότια πλευρά ταυτίζεται με το κλασικό τείχος, που διέρχεται από το σημείο αυτό. Στην πλευρά αυτή και δίπλα στο μεγάλο κυκλικό πύργο της κορυφής του λόφου, υπάρχει η μικρή πυλίδα που είδαμε, ενώ κοντά της και κολλημένη στο εσωτερικό του τείχους, βρίσκεται μια κλίμακα ανόδου με επτά σκαλοπάτια. Οι άλλες δυο πλευρές της ακρόπολης προστατεύονται με χωριστό οχυρωματικό περίβολο, στην εσωτερική όψη του οποίου και σε κανονικά μεταξύ τους διαστήματα(ανά 3μ.), υπάρχουν λιθόκτιστες αντηρίδες στη σειρά. Οι μικροί ορθογώνιοι χώροι, που δημιουργούνται με τις αντηρίδες σ' όλο το μήκος του περιβόλου, ήταν πιθανότατα στεγασμένοι, όπως φαίνεται και από τα μεγάλα αποθηκευτικά πιθάρια που βρέθηκαν σε αρκετούς απ' αυτούς τους χώρους. Μέσα στην ακρόπολη ακριβώς απέναντι από την πυλίδα του τείχους, αποκαλύφθηκε μια κυκλική δεξαμενή νερού, διαμέτρου 2 και βάθους 4 μ. Στην υψηλότερη επίσης γωνία της, ήρθε στο φως ένας τετράγωνος χώρος, πλευράς 5μ. Ο χώρος αυτός, μαζί και μ' έναν δεύτερο ανάλογο δίπλα του, αποτελούσαν ένα στρατιωτικό φυλάκιο, προς επιτήρηση της γύρω από τα Στάγειρα περιοχής. Καταλαμβάνει το υψηλότερο σημείο ολόκληρης γενικά της πόλης, με δυνατότητα κατόπτευσης τόσο αυτής, όσο και του περιβάλλοντος χώρου, σε μεγάλη μάλιστα ακτίνα.
3. Κεντρικός υδροδοτικός αγωγός: Διαπερνά το τείχος σ' ένα σημείο του νότιου σκέλους του. Αποκαλύφθηκε, μέχρι τώρα σε μήκος 45μ. Αποτελείται από πηλοσωλήνες στη σειρά, που κατέβαζαν το νερό από το μεγάλο ορεινό όγκο στα νότια της αρχαίας πόλης. Εδώ και κατά μήκος ενός σύγχρονου δασικού δρόμου, διακρίνονται πολλοί τέτοιοι πηλοσωλήνες. Δε γνωρίζουμε ακόμη την ακριβή διαδρομή του αγωγού μέσα στην πόλη, ελπίζουμε όμως ότι η μελλοντική έρευνα θα μας οδηγήσει στην κεντρική υδατοδεξαμενή.
4. Κλασικές - ελληνιστικές οικίες: Πρόκειται για τμήματα λιθόκτιστων σπιτιών του 5ου, 4ου και 3ου αιώνα π.Χ., που ανασκάφηκαν σε πολλά και διαφορετικά σημεία της πόλης. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα αρχαιότερα στοιχεία κατοίκησης προέρχονται από το Βόρειο Λόφο, όπου ήρθαν στο φως και τα σημαντικότερα κατάλοιπα της οικιστικής αρχιτεκτονικής των Σταγείρων. Διαπιστώθηκε ότι το ορεινό του εδάφους, οι έντονες κλίσεις του και η πυκνότητα της κατοίκησης επιβάλλουν συχνά διάφορες πρακτικές λύσεις, όπως είναι για παράδειγμα, η δια λαξεύσεως επιπεδοποίηση του φυσικού βράχου και η δημιουργία βαθμιδωτών ανδήρων, πάνω στα οποία χτίζονται τα οικοδομικά τετράγωνα ή τα μεμονωμένα σπίτια. Οι κλίσεις του εδάφους επιβάλλουν επίσης συχνά την κλιμακωτή διαμόρφωση ακόμη και στα δωμάτια του ίδιου σπιτιού, βοηθούν όμως παράλληλα και στη δημιουργία υπόγειων χώρων, οι οποίοι έχουν συνήθως αποθηκευτική ή εργαστηριακή χρήση. Τα σπίτια που ερευνήθηκαν μέχρι τώρα, μας δίνουν ήδη σημαντικές πληροφορίες για την οικιστική οργάνωση, την οικιακή οικονομία και την κοινωνία των Σταγείρων. Κτισμένα με διαφόρων μεγεθών λαξευμένες ή μη πέτρες, έχουν συνήθως δάπεδα από πατημένο χώμα. Εντύπωση προξενούν συχνά τα μεγάλα δωμάτια, αλλά και οι στενοί δρόμοι ανάμεσά τους, που είναι είτε λιθόστρωτοι, είτε διαμορφωμένοι στο βράχο. Το γεγονός αυτό, αλλά και η κλιμακωτή διάταξη των σπιτιών, θυμίζουν τους παραδοσιακούς οικισμούς των ελληνικών νησιών.
5. Δεξαμενή νερού: Βρίσκεται στον αυχένα μεταξύ των δυο λόφων της πόλης, εκεί όπου, σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις, ήταν κτισμένα και τα δημόσια οικοδομήματά της. Πρόκειται, ακριβέστερα, για μια μικρή και ορθογώνια στέρνα ΄ύδατος, κτισμένη με τεράστιους καλολαξευμένους γωνιόλιθους και πλακοστρωμένο δάπεδο. Στην αρχική της μορφή, ολόκληρη η εσωτερική της επιφάνεια έφερε επικάλυψη με χοντρό φύλλο μολύβδου.
6. Στοά κλασικών χρόνων: Δημόσιο οικοδόμημα, που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, εκεί δηλαδή όπου τοποθετείται η Αγορά της.Πρόκειται για σημαντικό, ορθογώνιο και επίμηκες κτίσμα όπου συγκέντρωνε τους Σταγειρίτες για δημόσιες συζητήσεις. Έχει διαστάσεις 6 Χ 26μ. και είναι κτισμένη με μαρμάρινους κυρίως γωνιόλιθους, κατά το ψευδοισόδομο σύστημα. Η πρόσβαση στο εσωτερικό της γινόταν με μνημειακή κλίμακα στην πρόσοψή της, την οποία πρέπει να φανταστούμε ανοιχτή με κίονες στη σειρά. Τους άλλους τρεις τοίχους τις περιτρέχει εσωτερικά ένα απλό λίθινο κάθισμα(θρανίο). Για τη στήριξη της στέγης υπήρχε εσωτερική κιονοστοιχία, με οκτώ κίονες στο μέσο του πλάτους της, από τους οποίους διατηρήθηκαν οι μαρμάρινες βάσεις τους. Μπροστά στη στοά και αριστερά της κλίμακας σώθηκε η θεμελίωση ενός μικρού βωμού, με περιμετρικό αυλάκι υπερχείλισης, λαξευμένο στο βράχο.
7. Λείψανα αρχαϊκών κτιρίων: Σώζονται τα θεμέλια μόνον ενός κυκλικού και δυο ορθογωνίων κτισμάτων, που χρονολογούνται στον 6ο αιώνα π.Χ, σε εποχή δηλαδή αρκετά παλιότερης στοάς, η οποία βρίσκεται αμέσως βορειότερα. Ανάλογα και της ίδιας εποχής οικοδομικά λείψανα αποκαλύφτηκαν και στο αντίστοιχο αριστερό άκρο της πρόσοψης της στοάς, μαζί και με δυο μεμονωμένους μεγάλους γωνιόλιθους , οι οποίοι αποτελούσαν ίσως βάσεις κάποιων μνημείων.
8. Λιθόστρωτος δρόμος και δημόσιο οικοδόμημα: Από το δεξιό άκρο της στοάς ξεκινά ένας λιθόστρωτος δρόμος , ο οποίος, ύστερα από λοξή προς το νότο πορεία 20μ., συναντούσε κάθετα έναν δεύτερο επιμελημένο και πλακόστρωτο δρόμο. Ο δρόμος αυτός αποκαλύφθηκε μέχρι τώρα σε μήκος περίπου 30μ., όσο δηλαδή και το δημόσιο κτιριακό συγκρότημα που βρίσκεται αμέσως στα βόρεια και κατά μήκος του. Οι χώροι του συγκροτήματος αυτού, που οργανώνονται πίσω από μια κοινή πρόσοψη, ήταν μάλλον υπόγειοι. Ένα αξιοσημείωτο γεγονός, που σχετίζεται με την εκμετάλλευση του δημόσιου χώρου, αποτελεί η επιπεδοποίηση του φυσικού βράχου, σε διαφορετικά όμως κλιμακούμενα επίπεδα. Μέχρι τώρα διαπιστώθηκαν τρία τέτοια επίπεδα: Εγγύτερα προς τη στοά και στο υψηλότερο επίπεδο, αναπτύσσεται ένα τριμερές κτίσμα, συνολικού μήκους 12μ. Από τις ανασκαφικές ενδείξεις προκύπτει ότι εδώ στεγάζονταν κάποια από τα κλασικά καταστήματα της πόλης. Βυθισμένα στο χωμάτινο επίπεδό τους, βρέθηκαν τμήματα τριών τεραστίων πίθων και μια μεγάλη πήλινη λεκάνη, 'όλα συγκολλημένα με μολύβδινους συνδέσμους ήδη από την εποχή της τοποθέτησής τους, γεγονός που σημαίνει ότι προορίζονταν όχι για υγρά, αλλά για σταθερά προϊόντα, ίσως δημητριακά. Ο δεύτερος στη σειρά μεγάλος και ορθογώνιος χώρος του συγκροτήματος, βρίσκεται σε επίπεδο χαμηλότερο. Στο δυτικό του μισό αποκαλύφτηκαν, κοντά και παράλληλα, δυο στη σειρά λαξευμένες στο βράχο μεγάλες και επιμήκεις βαθιές κατασκευές (σαν βάρκες), που φέρου στον πυθμένα τους από πέντε αβαθείς κοιλότητες. Διάφορες άλλες λεπτομέρειες, όπως, για παράδειγμα το στόμιο εκροής στη μια από αυτές τις κατασκευές αλλά και ένας μεγάλος αριθμός λάκκων, λαξευμένων επίσης στο βράχο, καθιστούν πολύ πιθανή την άποψη ότι στο χώρο αυτό λειτουργούσε ένα πατητήρι σταφυλιών. Με την έννοια αυτήν τα δυο μεγάλα και επιμήκη λαξεύματα αποτελούσαν τον ληνό του πατητηριού, ενώ στους πολυπληθείς λάκκους του υπόλοιπου χώρου, υπήρχε ο πιθεώνας, με μεγάλα πιθάρια για το κρασί . Στο τρίτο και συνεχόμενο επίπεδο χαμηλότερα, διαμορφώνεται ένας ανάλογος, αλλά μικρότερων διαστάσεων ορθογώνιος χώρος. Η χρήση του χώρου αυτού ήταν πιθανότατα αποθηκευτική. Υπήρχε δηλαδή εδώ μια από τις δημόσιες αποθήκες της πόλης, στεγασμένη κι αυτή στο υπόγειο του ίδιου συγκροτήματος.
9. Βυζαντινό τείχος: Φράσσει τον Βόρειο Λόφο από θάλασσα σε θάλασσα, με πορεία περίπου ευθύγραμμη. Έχει μήκος γύρω στα 250μ., πάχος ένα μήκος και σώζεται μέχρι ύψους 3,5μ.. Είναι χτισμένο ακανόνιστα με μικρές πέτρες και ασβεστοκονίαμα. Κατά διαστήματα στην εσωτερική του όψη υπάρχουν λιθόκτιστες αντηρίδες. Η κατασκευή του ανάγεται στους μεσοβυζαντινούς χρόνους (11ος -10ος αιώνας μ.Χ) και σχετίζεται με την εγκατάσταση, στην κορυφή του ίδιου λόφου ενός βυζαντινού οχυρού.
10. Βυζαντινός πύργος - Αρχαϊκό τείχος και πύλη - Αψιδωτό οικοδόμημα -.Μαρμαροθετιμένο δάπεδο: Στο μέσο λοιπόν της διαδρομής του βυζαντινού τείχους και στο υψηλότερο σημείο του, αποκαλύφτηκε ένας μεγάλος τετράγωνος πύργος του, αλλά και διάφορα άλλα, ιδιαίτερα σημαντικά αρχιτεκτονικά λείψανα. Οι τοίχοι του βυζαντινού πύργου, που διατηρούνται σε μεγάλο ύψος, είναι κτισμένοι, εν πολλοίς, με καλολαξευμένους γωνιόλιθους αρχαιότερων κτισμάτων, οι οποίοι παρεμβάλλονται στην απλή του τειχοποιία με τις μικρές πέτρες και το ασβεστοκονίαμα. Δίπλα σ' αυτόν τον πύργο και δεξιά για τον ανερχόμενο, ήρθε τελευταία στο φως ένα τμήμα της πρώτης οχύρωσης της πόλης, που χρονολογείται στα αρχαϊκά χρόνια (6ος αιώνας π. Χ.). Έτσι αποδείχτηκε ότι η γραμμή του αρχαϊκού τείχους ταυτίζεται ακριβώς μ' εκείνη του βυζαντινού. Διαπιστώθηκε δηλαδή ότι το βυζαντινό τείχος, που φράσσει τον Βόρειο Λόφο στην αρχή του, χρησιμοποιεί ως θεμέλιο αυτό ακριβώς το αρχαϊκό τείχος. Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, για την έκταση κυρίως που είχε η πόλη από την εποχή της ίδρυσής της (7ος αι. π.Χ.) μέχρι τις αρχές του 5ου αι. π.Χ., οπότε η αύξηση του πληθυσμού της επέβαλε την επέκτασή της και στον γειτονικό Νότιο Λόφο, με την κατασκευή της πρώιμης κλασικής οχύρωσης που είδαμε. Στο μικρό τμήμα του αρχαϊκού τείχους που ανασκάφτηκε μέχρι τώρα, ήρθε στο φως και μια από τις κύριες πύλες της αρχαιότερης πόλης των Σταγίρων, μπροστά στην οποία μάλιστα βρέθηκε πεσμένο και σπασμένο το μαρμάρινο υπέρυθρό της. Το υπέρθυρο αυτό πρέπει να είχε συνολικό μήκος γύρω στα 2,50μ., ενώ το σημαντικότερο είναι ότι αποδίδει ανάγλυφα ένα αγριόχοιρο αριστερά, αντιμέτωπο με ένα λιοντάρι στα δεξιά. Από την παράσταση αυτή, η οποία ως γνωστόν, διακοσμεί και τα τετράδραχμα των Σταγίρων (εκεί βέβαια στη δραματική σύνθεση του σπαραγμού ενός κάπρου από το λιοντάρι) βρέθηκαν τα δυο ακραία της τμήματα. Το εύρημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό όχι μόνον γιατί μας δίνει ένα μεγάλο έργο της αρχαϊκής πλαστικής, όχι μόνον γιατί απεικονίζει το ιερό ζώο και σύμβολο της πόλης των Σταγίρων, δηλαδή τον κάπρο (ας θυμηθούμε εδώ ότι το όνομα "κάπρος" έφεραν τόσο στο λιμάνι της πόλης, όσο και το νησάκι απέναντί της), αλλά και επειδή σώζει τμήματα μιας επιγραφής του 6ου αιώνα π.Χ., χαραγμένης μάλιστα βουστροφηδόν. Τον μεγάλο τετράγωνο βυζαντινό πύργο τον περιβάλλει επακριβώς ένα δημόσιο αψιδωτό οικοδόμημα (διαστάσεων 9Χ10 μ.), που δίνει αρχικά την εντύπωση πύργου του αρχαϊκού τείχους που είδαμε. Προσεκτικότερη όμως παρατήρηση και τα κινητά ευρήματα πείθουν ότι το οικοδόμημα αυτό, μολονότι είναι κτισμένο με καλό οικοδομικό υλικό (το οποίο προέρχεται από αρχαιότερα δημόσια οικοδομήματα), όμως ανήκει στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Η λειτουργία του παραμένει, προς το παρών, προβληματική. Εσωτερικά του βυζαντινού και, κατά συνέπεια, και του αρχαϊκού τείχους, πίσω δηλαδή από την αρχαϊκή πύλη που είδαμε, αλλά έκκεντρα και λοξά τόσο αυτής, όσο και των άλλων κτισμάτων της ίδιας περιοχής, αποκαλύφτηκε κι ένα μεγάλο μαρμαροθετημένο δάπεδο ορθογωνίου σχήματος. Στο κέντρο του μαρμαροθετήματος υπάρχει μια ανάλογα ορθογώνια, αλλά κενή σήμερα μικρή επιφάνεια, στην οποία είναι πολύ πιθανό να υπήρχε αρχικά στημένος ένας μικρός βωμός του 6ου αιώνα π.Χ.
11. Βυζαντινός οχυρωματικός περίβολος - Βυζαντινός πύργος και κινστέρνα: Όπως σημειώσαμε παραπάνω (βλ. αριθμ. 9), στο μεγάλο επίπεδο χώρο, επιφανείας περίπου ενός στρέμματος, που δημιουργείται στην κορυφή του Βόρειου Λόφου, είχε εγκατασταθεί, κατά τους μέσους βυζαντινούς χρόνους, ένα στρατιωτικό οχυρό. Για την οικοδόμησή του χρησιμοποιήθηκε παλιότερο υλικό των αρχαίων Σταγείρων και κορασάνι. Εκτός από το βυζαντινό τείχος, που είδαμε ότι φράσσει ολόκληρο το λόφο, το οχυρό αυτό προστατευόταν και με χωριστό οχυρωματικό περίβολο, πάχους 1 μ., ο οποίος διατηρείται σε μεγάλο ύψος. Σε κάτοψη παρουσιάζει σχήμα τραπεζιού και ενισχύεται εσωτερικά με αντηρίδες, ενώ, εξωτερικά, με τετράγωνους ή κυκλικούς πύργους και πυργοειδείς προβολές. Μέσα στον περίβολο είναι ευδιάκριτα τα ερείπια ενός βυζαντινού πύργου. Αμέσως ανατολικά του, σώζεται, σε καλή κατάσταση, μια μεγάλη και τετράγωνη υδατοδεξαμενή (βυζαντινή κινστέρνα), πλευράς 5 μ. περίπου, η οποία φέρει εσωτερικό επίχρισμα με υδραυλικό κονίαμα. Κάτω από το κονίαμα αυτό διακρίνονται αρκετοί και τεράστιοι, επιμελώς λαξευμένοι γρανίτινοι γωνιόλιθοι, παρόμοιοι και με πολλούς άλλους που υπάρχουν εντοιχισμένοι σε όλα γενικά τα βυζαντινά κτίσματα.
12. Αρχαϊκός ναός: Οι καλολαξευμένοι γρανίτινοι γωνιόλιθοι που μόλις αναφέραμε, αποδείχτηκε ότι προέρχονται από έναν μεγάλο και μάλλον εκατόμπεδο αρχαϊκό ναό (6ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος άρχισε ν' ανασκάπτεται στην κορυφή του Βόρειου Λόφου. Μέχρι τώρα αποκαλύφτηκε, σε μήκος άνω των 30 μ., μόνον ο ένας μακρύς του τοίχος, που διατηρείται μέχρι ύψους 2,20 μ. Αρχιτεκτονικά στοιχεία του ναού αποκαλύφτηκαν και άλλα, πλην όμως εντελώς αποσπασματικά ακόμη, αφού η ανασκαφή δεν έχει ολοκληρωθεί. Σημαντικά όμως, για τον ναϊκό χαρακτήρα του οικοδομήματος, είναι, εκτός των άλλων, και αρκετά κομμάτια αρχιτεκτονικών του ή άλλων γλυπτών. Από τα τελευταία σημειώνουμε εδώ τα πολλά τμήματα ενός μεγάλου μαρμάρινου γείσου με ανθέμια και άνθη λωτού εναλλάξ, καθώς και άλλα ενός τεράστιου ιωνικού κυματίου. Στον γλυπτικό διάκοσμο του ναού ανήκουν επίσης ένα τμήμα ανδρικού γενειοφόρου προσώπου, όπως κι ένα μικρό κεφάλι εξαιρετικής ιωνικής τέχνης.
13. Υστεροκλασικό τείχος: Βρίσκεται στα ΒΑ πρανή του Βόρειου Λόφου. Αποκαλύφτηκε, μέχρι τώρα, σε μήκος 140 μ. Στο χαμηλότερο τμήμα του ακολουθεί πορεία ζιγκζαγκωτή, η οποία ψηλότερα γίνεται ευθύγραμμη. Σε σχέση με το πρωιμότερο κλασικό τείχος, τμήματα του οποίου αποκαλύφτηκαν λίγο χαμηλότερα (αμέσως πάνω από την κρημνώδη ακτή), αυτό φαίνεται να εξαιρεί μέρος της παλιότερης πόλης. Έχει πάχος 1,80 μ., σώζεται μέχρι ύψους 3 μ. και είναι κτισμένο ακανόνιστα. Στο μέσο περίπου της διαδρομής του, ανοίγεται μια μικρή πυλίδα. Όπως αποδείχτηκε με την ανασκαφή, πρόκειται για το τείχος που έκτισε ο Φίλιππος Β΄, αφού πρώτα ο ίδιος είχε καταστρέψει την πόλη, στα 349 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές, η ανοικοδόμηση των Σταγείρων από το Φίλιππο έγινε κατά παράκληση του Αριστοτέλη, ο οποίος είχε στο μεταξύ προσληφθεί ως δάσκαλος του Αλεξάνδρου. Κατά διαστήματα στο εσωτερικό μέτωπο του τείχους, κολλούν εγκάρσιοι τοίχοι, οι οποίοι, σε συνδυασμό και με την επιπεδοποίηση του βράχου, δημιουργούν κλιμακωτά οικιστικά άνδηρα. Στο υψηλότερο ειδικά τμήμα του τείχους και σε επαφή με την εσωτερική του πλευρά, ήρθαν στο φως τελευταία αρκετοί ορθογώνιοι χώροι, που ανήκουν σε σπίτια των ελληνιστικών κυρίως χρόνων.
Πηγή:http://eleythir.pblogs.gr/2009/06/stageira-h-patrida-toy-aristotelh.html
(Α.Σ.). Ημερομηνία πρόσβασης: 30/5/2012
Η πόλη ιδρύθηκε το 655 π.Χ., από Ίωνες αποίκους της νήσου Άνδρου, ενώ λίγο αργότερο έφθασαν άποικοι και από τη Χαλκίδα. Μετά τους περσικούς πολέμους έγιναν και τα Στάγιρα μέρος της Α΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας συνεισφέροντας στο κοινό ταμείο. Κατά τον Πελοποννησιακό όμως πόλεμο και συγκεκριμένα το 424 π.Χ., η πόλη αποστάτησε από τους Αθηναίους και συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες. Το γεγονός εξόργισε τους Αθηναίους, οι οποίοι και έσπευσαν να πολιορκήσουν την πόλη, δίχως όμως αποτέλεσμα. Αργότερα όμως τα Στάγειρα προχώρησαν στο Κοινό των Χαλκιδέων, στην συνομοσπονδία δηλαδή όλων των πόλεων της Χαλκιδικής που είχε έδρα την Όλυνθο. Το 349 π.Χ. η πόλη πολιορκήθηκε και στη συνέχεια υπέκυψε στο βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο το Β΄, ο οποίος και την κατέστρεψε ολοσχερώς, για να την επανιδρύσει όμως σε λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος, προς τιμήν του Αριστοτέλη. Φαίνεται όμως ότι η καταστροφή αυτή από το Φίλιππο σηματοδότησε ήδη την αρχή της παρακμής της πόλης, η οποία άρχισε να φθίνει συνεχώς. Έτσι, ο γεωγράφος Στράβων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, σημειώνει ότι στην εποχή του τα Στάγειρα ήταν ήδη ερημωμένα. Χίλια περίπου χρόνια αργότερα, αναφέρεται η ύπαρξη, στην ίδια θέση, ενός μικρού μεσαιωνικού κάστρου, που έφερε το όνομα "Λιβασδιάς" και αργότερα "Λιψάσδα". Στο κάστρο αυτό ανήκουν προφανώς τα λίγα κτίσματα στην κορυφή του Βόρειου Λόφου, καθώς και το βυζαντινό τείχος που φράσσει, στην αρχή του, τον ίδιο λόφο. Μας παραδόθηκε και η πληροφορία ότι, στα κλασσικά χρόνια, τα Στάγειρα έφεραν και το όνομα Ορθαγορία, άποψη όμως που είναι εσφαλμένη, κυρίως επειδή πόλη με αυτό το όνομα υπήρχε κοντά στη Μαρώνεια της Θράκης.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Γεννήθηκε στα Στάγειρα το 384 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Νικόμαχος, γιατρός του βασιλιά Αμύντα Β΄ και μητέρα του η Φαιστίς ή Φαιστιάς. Οι γονείς του πέθαναν νωρίς και τη φροντίδα του μικρού Αριστοτέλη ανέλαβε ο Πρόξενος, συγγενής του από τον Αταρνέα, μία πόλη της Μυσίας. Σε ηλικία 18 ετών κατέβηκε από τα Στάγειρα στην Αθήνα, όπου και φοίτησε για 20 ολόκληρα χρόνια στην Πλατωνική Ακαδημία, μέχρι δηλαδή το θάνατο του Πλάτωνα το 347 π.Χ. Λίγο πριν ο Αριστοτέλης είχε ιδρύσει σχολή στην ?σσο της Τρωάδας, ως παράρτημα της Ακαδημίας. Τότε παντρεύτηκε την Πυθιάδα από τον Αταρνέα. Στην περιοχή της Τρωάδας έμεινε 3 χρόνια και κατόπιν πέρασε στην Λέσβο, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Θεόφραστο, τον οποίο άφησε αργότερα διάδοχο στη σχολή της Αθήνας. Στη Λέσβο έμεινε 2 χρόνια, μέχρι δηλαδή το 343 π.Χ., οπότε και τον κάλεσε στην Πέλλα ο Φίλιππος Β΄ ως δάσκαλος του γιου του Αλέξανδρου. Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου κράτησε 3 χρόνια, μέχρι δηλαδή το 340 π.Χ. Στη συνέχεια ο Αριστοτέλης αποσύρθηκε στα Στάγειρα, όπου και ξαναπαντρεύτηκε, αυτή τη φορά με τη συμπατριώτισσα του Χερφυλλίδα (ή Ερπυλλίδα). Στην Αθήνα επέστρεψε το 335 π.Χ., οπότε και ίδρυσε δική του σχολή, το Λύκειο, που αργότερα ονομάστηκε Περίπατος. Διηύθυνε τη σχολή αυτή για 12 χρόνια, διάστημα στο οποίο συντελέστηκε ολόκληρο το θαυμαστό του έργο. Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, κατηγορήθηκε από τους εχθρούς του "επί ασεβεία" και κατέφυγε στη Χαλκίδα, όπου είχε ένα κτήμα, κληρονομιά από τη μητέρα του. Εκεί στη Χαλκίδα και σε ηλικία 63 ετών, τον βρήκε ο θάνατος σ' ένα χρόνο, το 322 π.Χ. ?φησε δύο παιδιά, την Πυθιάδα και το Νικόμαχο. Σύμφωνα με μια μεταγενέστερη γραπτή παράδοση, ένα χρόνο μετά το θάνατο του Αριστοτέλη στη Χαλκίδα, οι Σταγειρίτες μετέφεραν επισήμως κι έθαψαν τα οστά του μέσα στην πόλη τους. Αναφέρεται ότι έγινε τότε μεγαλοπρεπής τελετή, ότι ιδρύθηκε μεγάλος βωμός στον τάφο του φιλοσόφου και ότι καθιερώθηκε προς τιμήν του ετήσια γιορτή, τα "Αριστοτέλεια". Σήμερα γίνονται προσπάθειες για την αναβίωση της μεγάλης αυτής γιορτής των "Αριστοτέλειων". Οι πρώτες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις έγιναν το καλοκαίρι του 1996 και σημείωσαν μεγάλη επιτυχία.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ
Πριν αρχίσουν οι ανασκαφές στ' αρχαία Στάγειρα, ορατά ήταν μόνο τα ίχνη της μεσαιωνικής κατοίκησης στο Βόρειο Λόφο (κυρίως το βυζαντινό διατείχισμα), ενώ, από την αρχαιότερη πόλη των Σταγείρων, ελάχιστα ίχνη διακρίνονταν, μέσα στην πυκνή δασώδη βλάστηση. Είναι προς τιμήν των κοινοτικών συμβουλίων της Ολυμπιάδας ότι από χρόνια πάσχιζαν να πείσουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, να ξεκινήσει τις ανασκαφές στην πατρίδα του Αριστοτέλη. Μια πρώτη, μικρής κλίμακας και ολιγοήμερη ανασκαφική προσπάθεια αναλήφθηκε το 1968, από τον τότε διευθυντή του Μουσείου Θεσσαλονίκης Φ. Πέτσα. Διενεργήθηκαν τότε έρευνες σε δυο σημεία, εκτός των ορίων της τειχισμένης πόλης: στον κολπίσκο της "Συκιάς", όπου αποκαλύφτηκαν αναλημματικοί τοίχοι της κλασικής περιόδου και στη θέση "Βίνα" (περί το 1,5 χλμ. ΝΑ των αρχαίων Σταγείρων), όπου ήρθε στο φως ένας κυκλικός πύργος. Αφορμή, γι' αυτήν την προσπάθεια είχε σταθεί τότε η ανεύρεση κυρίως ενός ημίεργου αγάλματος κούρου, που ανασύρθηκε από ιδιώτη δύτη στον κολπίσκο του "Λιοτοπιού". Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερα από 20 χρόνια, από την πρώτη εκείνη ανασκαφική προσπάθεια, για να ξαναρχίσουν με συστηματικό πλέον τρόπο, οι ανασκαφές στα Στάγειρα. Η έναρξη έγινε από τον Κωνσταντίνο Σισμανίδη, με δοκιμαστικές και διερευνητικές τομές, το Σεπτέμβριο του 1990. Τα ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα εκείνης της έρευνας δημιούργησαν τις ευνοϊκές προϋποθέσεις για την συνέχιση των ανασκαφών, οι οποίες διεξάγονται κανονικά μέχρι σήμερα.
ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΧΩΡΟ
1. Πρώιμη κλασική οχύρωση: Στην περίοδο της μεγάλης της ακμής, δηλαδή από το 500 π.Χ. περίπου μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., η πόλη προστατευόταν με ισχυρό οχυρωματικό περίβολο, το συνολικό μήκος του οποίου υπολογίζεται γύρω στα 2 χλμ. Πρόκειται για ένα θαυμαστό έργο της οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, που χρονολογείται γύρω στο 500 π.Χ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, εκτός από τη νότια πλευρά των Σταγείρων, όπου το τείχος φράσσει την πόλη από θάλασσα σε θάλασσα, στις άλλες τις τρεις πλευρές αυτό βγαίνει πάντοτε παράλληλα και κατά μήκος της κρημνώδους ακτής. Η πορεία του ανιχνεύεται σ' ολόκληρη την περίμετρο της πόλης, πλήρης όμως αποκάλυψη της οχύρωσης έχει γίνει, μέχρι τώρα, μόνο στο νότιο σκέλος της, αλλά και σε μεγάλα τμήματα του ανατολικού, δυτικού και βόρειου σκέλους της, σ' ένα συνολικό δηλαδή Το τείχος αυτό, πάχους 2 μ., είναι χτισμένο με πωρόλιθους, ασβεστόλιθους και μαρμαρόλιθους, με διάφορα συστήματα δόμησης, κυριότερα από τα οποία είναι, εκτός βέβαια από το ακανόνιστο, το λεγόμενο ''αιγυπτιάζον'' (που χρησιμοποιεί, κατά τόπους, πλακοειδή βύσματα σε επάλληλες στρώσεις), το ''λέσβιο'' σύστημα (που συναντάται σ' ένα μεγάλο τμήμα του νότιου σκέλους της οχύρωσης) και το πολυγωνικό, σημαντικό τμήμα του οποίου αποκαλύφτηκε πρόσφατα στο ακρότατο σημείο του βόρειου λόφου, αμέσως πάνω από τον απότομο γκρεμό. Το τείχος διατηρείται σε εξαιρετική κατάσταση (σε ορισμένα σημεία του σώζεται μέχρι ύψος 4 μ.) και θεμελιώνεται κλιμακωτά στο βράχο, ακολουθώντας τις έντονες κλίσεις του ορεινού εδάφους. Σε δυο σημεία του μέχρι τώρα, από ένα αντίστοιχα στο νότιο και δυτικό του σκέλος, αποκαλύφτηκαν μικρές πυλίδες, ενώ, κατά διαστήματα, ανοίγονται σ' αυτό οχετοί, για την απομάκρυνση των ομβρίων υδάτων. Στο νότιο ειδικά σκέλος του και σε κανονικές μεταξύ τους αποστάσεις, υπάρχουν μεγάλοι κύκλοι και τετράγωνοι πύργοι. Μέχρι σήμερα, έχουν έρθει στο φως τρεις τέτοιοι κυκλικοί και άλλοι τόσοι τετράγωνοι πύργοι. Αντίστοιχα, σε διάφορα σημεία του εσωτερικού μετώπου του τείχους, κολλούν μεγάλες ορθογώνιες και συμπαγείς λιθοκατασκευές. Πρόκειται για τις λεγόμενες κλίμακες ανόδου, που οδηγούσαν με σκαλοπάτια στους προμαχώνες του τείχους. Σημειώνουμε εδώ ότι, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης μελέτης, η οποία συντάχθηκε από ομάδα αρχιτεκτόνων, ξεκίνησε το 1995 και το πρόγραμμα αναστήλωσης αυτού του νότιου σκέλους της οχύρωσης. Προς το παρόν οι αναστηλωτικές εργασίες περιορίστηκαν σε μεγάλα τμήματα του τείχους , δεξιά και αριστερά αντίστοιχα της πυλίδας που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου , στον κυκλικό πύργο αμέσως στα δεξιά της και στο μεγάλο τετράγωνο πύργο, περί τα 50 μ. ανατολικότερα. Οι επεμβάσεις στους δύο αυτούς πύργους είναι σχετικά μεγάλης κλίμακας, επειδή προβλέπεται ν' αποτελέσουν και σημεία θέασης των επισκεπτών.
2. Ακρόπολη: Καταλαμβάνει το μεγάλο πλάτωμα, που βρίσκεται στην κορυφή του Νότιου Λόφου. Σε κάτοψη, παρουσιάζει σχήμα ορθογωνίου περίπου τριγώνου, του οποίου η νότια πλευρά ταυτίζεται με το κλασικό τείχος, που διέρχεται από το σημείο αυτό. Στην πλευρά αυτή και δίπλα στο μεγάλο κυκλικό πύργο της κορυφής του λόφου, υπάρχει η μικρή πυλίδα που είδαμε, ενώ κοντά της και κολλημένη στο εσωτερικό του τείχους, βρίσκεται μια κλίμακα ανόδου με επτά σκαλοπάτια. Οι άλλες δυο πλευρές της ακρόπολης προστατεύονται με χωριστό οχυρωματικό περίβολο, στην εσωτερική όψη του οποίου και σε κανονικά μεταξύ τους διαστήματα(ανά 3μ.), υπάρχουν λιθόκτιστες αντηρίδες στη σειρά. Οι μικροί ορθογώνιοι χώροι, που δημιουργούνται με τις αντηρίδες σ' όλο το μήκος του περιβόλου, ήταν πιθανότατα στεγασμένοι, όπως φαίνεται και από τα μεγάλα αποθηκευτικά πιθάρια που βρέθηκαν σε αρκετούς απ' αυτούς τους χώρους. Μέσα στην ακρόπολη ακριβώς απέναντι από την πυλίδα του τείχους, αποκαλύφθηκε μια κυκλική δεξαμενή νερού, διαμέτρου 2 και βάθους 4 μ. Στην υψηλότερη επίσης γωνία της, ήρθε στο φως ένας τετράγωνος χώρος, πλευράς 5μ. Ο χώρος αυτός, μαζί και μ' έναν δεύτερο ανάλογο δίπλα του, αποτελούσαν ένα στρατιωτικό φυλάκιο, προς επιτήρηση της γύρω από τα Στάγειρα περιοχής. Καταλαμβάνει το υψηλότερο σημείο ολόκληρης γενικά της πόλης, με δυνατότητα κατόπτευσης τόσο αυτής, όσο και του περιβάλλοντος χώρου, σε μεγάλη μάλιστα ακτίνα.
3. Κεντρικός υδροδοτικός αγωγός: Διαπερνά το τείχος σ' ένα σημείο του νότιου σκέλους του. Αποκαλύφθηκε, μέχρι τώρα σε μήκος 45μ. Αποτελείται από πηλοσωλήνες στη σειρά, που κατέβαζαν το νερό από το μεγάλο ορεινό όγκο στα νότια της αρχαίας πόλης. Εδώ και κατά μήκος ενός σύγχρονου δασικού δρόμου, διακρίνονται πολλοί τέτοιοι πηλοσωλήνες. Δε γνωρίζουμε ακόμη την ακριβή διαδρομή του αγωγού μέσα στην πόλη, ελπίζουμε όμως ότι η μελλοντική έρευνα θα μας οδηγήσει στην κεντρική υδατοδεξαμενή.
4. Κλασικές - ελληνιστικές οικίες: Πρόκειται για τμήματα λιθόκτιστων σπιτιών του 5ου, 4ου και 3ου αιώνα π.Χ., που ανασκάφηκαν σε πολλά και διαφορετικά σημεία της πόλης. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα αρχαιότερα στοιχεία κατοίκησης προέρχονται από το Βόρειο Λόφο, όπου ήρθαν στο φως και τα σημαντικότερα κατάλοιπα της οικιστικής αρχιτεκτονικής των Σταγείρων. Διαπιστώθηκε ότι το ορεινό του εδάφους, οι έντονες κλίσεις του και η πυκνότητα της κατοίκησης επιβάλλουν συχνά διάφορες πρακτικές λύσεις, όπως είναι για παράδειγμα, η δια λαξεύσεως επιπεδοποίηση του φυσικού βράχου και η δημιουργία βαθμιδωτών ανδήρων, πάνω στα οποία χτίζονται τα οικοδομικά τετράγωνα ή τα μεμονωμένα σπίτια. Οι κλίσεις του εδάφους επιβάλλουν επίσης συχνά την κλιμακωτή διαμόρφωση ακόμη και στα δωμάτια του ίδιου σπιτιού, βοηθούν όμως παράλληλα και στη δημιουργία υπόγειων χώρων, οι οποίοι έχουν συνήθως αποθηκευτική ή εργαστηριακή χρήση. Τα σπίτια που ερευνήθηκαν μέχρι τώρα, μας δίνουν ήδη σημαντικές πληροφορίες για την οικιστική οργάνωση, την οικιακή οικονομία και την κοινωνία των Σταγείρων. Κτισμένα με διαφόρων μεγεθών λαξευμένες ή μη πέτρες, έχουν συνήθως δάπεδα από πατημένο χώμα. Εντύπωση προξενούν συχνά τα μεγάλα δωμάτια, αλλά και οι στενοί δρόμοι ανάμεσά τους, που είναι είτε λιθόστρωτοι, είτε διαμορφωμένοι στο βράχο. Το γεγονός αυτό, αλλά και η κλιμακωτή διάταξη των σπιτιών, θυμίζουν τους παραδοσιακούς οικισμούς των ελληνικών νησιών.
5. Δεξαμενή νερού: Βρίσκεται στον αυχένα μεταξύ των δυο λόφων της πόλης, εκεί όπου, σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις, ήταν κτισμένα και τα δημόσια οικοδομήματά της. Πρόκειται, ακριβέστερα, για μια μικρή και ορθογώνια στέρνα ΄ύδατος, κτισμένη με τεράστιους καλολαξευμένους γωνιόλιθους και πλακοστρωμένο δάπεδο. Στην αρχική της μορφή, ολόκληρη η εσωτερική της επιφάνεια έφερε επικάλυψη με χοντρό φύλλο μολύβδου.
6. Στοά κλασικών χρόνων: Δημόσιο οικοδόμημα, που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, εκεί δηλαδή όπου τοποθετείται η Αγορά της.Πρόκειται για σημαντικό, ορθογώνιο και επίμηκες κτίσμα όπου συγκέντρωνε τους Σταγειρίτες για δημόσιες συζητήσεις. Έχει διαστάσεις 6 Χ 26μ. και είναι κτισμένη με μαρμάρινους κυρίως γωνιόλιθους, κατά το ψευδοισόδομο σύστημα. Η πρόσβαση στο εσωτερικό της γινόταν με μνημειακή κλίμακα στην πρόσοψή της, την οποία πρέπει να φανταστούμε ανοιχτή με κίονες στη σειρά. Τους άλλους τρεις τοίχους τις περιτρέχει εσωτερικά ένα απλό λίθινο κάθισμα(θρανίο). Για τη στήριξη της στέγης υπήρχε εσωτερική κιονοστοιχία, με οκτώ κίονες στο μέσο του πλάτους της, από τους οποίους διατηρήθηκαν οι μαρμάρινες βάσεις τους. Μπροστά στη στοά και αριστερά της κλίμακας σώθηκε η θεμελίωση ενός μικρού βωμού, με περιμετρικό αυλάκι υπερχείλισης, λαξευμένο στο βράχο.
7. Λείψανα αρχαϊκών κτιρίων: Σώζονται τα θεμέλια μόνον ενός κυκλικού και δυο ορθογωνίων κτισμάτων, που χρονολογούνται στον 6ο αιώνα π.Χ, σε εποχή δηλαδή αρκετά παλιότερης στοάς, η οποία βρίσκεται αμέσως βορειότερα. Ανάλογα και της ίδιας εποχής οικοδομικά λείψανα αποκαλύφτηκαν και στο αντίστοιχο αριστερό άκρο της πρόσοψης της στοάς, μαζί και με δυο μεμονωμένους μεγάλους γωνιόλιθους , οι οποίοι αποτελούσαν ίσως βάσεις κάποιων μνημείων.
8. Λιθόστρωτος δρόμος και δημόσιο οικοδόμημα: Από το δεξιό άκρο της στοάς ξεκινά ένας λιθόστρωτος δρόμος , ο οποίος, ύστερα από λοξή προς το νότο πορεία 20μ., συναντούσε κάθετα έναν δεύτερο επιμελημένο και πλακόστρωτο δρόμο. Ο δρόμος αυτός αποκαλύφθηκε μέχρι τώρα σε μήκος περίπου 30μ., όσο δηλαδή και το δημόσιο κτιριακό συγκρότημα που βρίσκεται αμέσως στα βόρεια και κατά μήκος του. Οι χώροι του συγκροτήματος αυτού, που οργανώνονται πίσω από μια κοινή πρόσοψη, ήταν μάλλον υπόγειοι. Ένα αξιοσημείωτο γεγονός, που σχετίζεται με την εκμετάλλευση του δημόσιου χώρου, αποτελεί η επιπεδοποίηση του φυσικού βράχου, σε διαφορετικά όμως κλιμακούμενα επίπεδα. Μέχρι τώρα διαπιστώθηκαν τρία τέτοια επίπεδα: Εγγύτερα προς τη στοά και στο υψηλότερο επίπεδο, αναπτύσσεται ένα τριμερές κτίσμα, συνολικού μήκους 12μ. Από τις ανασκαφικές ενδείξεις προκύπτει ότι εδώ στεγάζονταν κάποια από τα κλασικά καταστήματα της πόλης. Βυθισμένα στο χωμάτινο επίπεδό τους, βρέθηκαν τμήματα τριών τεραστίων πίθων και μια μεγάλη πήλινη λεκάνη, 'όλα συγκολλημένα με μολύβδινους συνδέσμους ήδη από την εποχή της τοποθέτησής τους, γεγονός που σημαίνει ότι προορίζονταν όχι για υγρά, αλλά για σταθερά προϊόντα, ίσως δημητριακά. Ο δεύτερος στη σειρά μεγάλος και ορθογώνιος χώρος του συγκροτήματος, βρίσκεται σε επίπεδο χαμηλότερο. Στο δυτικό του μισό αποκαλύφτηκαν, κοντά και παράλληλα, δυο στη σειρά λαξευμένες στο βράχο μεγάλες και επιμήκεις βαθιές κατασκευές (σαν βάρκες), που φέρου στον πυθμένα τους από πέντε αβαθείς κοιλότητες. Διάφορες άλλες λεπτομέρειες, όπως, για παράδειγμα το στόμιο εκροής στη μια από αυτές τις κατασκευές αλλά και ένας μεγάλος αριθμός λάκκων, λαξευμένων επίσης στο βράχο, καθιστούν πολύ πιθανή την άποψη ότι στο χώρο αυτό λειτουργούσε ένα πατητήρι σταφυλιών. Με την έννοια αυτήν τα δυο μεγάλα και επιμήκη λαξεύματα αποτελούσαν τον ληνό του πατητηριού, ενώ στους πολυπληθείς λάκκους του υπόλοιπου χώρου, υπήρχε ο πιθεώνας, με μεγάλα πιθάρια για το κρασί . Στο τρίτο και συνεχόμενο επίπεδο χαμηλότερα, διαμορφώνεται ένας ανάλογος, αλλά μικρότερων διαστάσεων ορθογώνιος χώρος. Η χρήση του χώρου αυτού ήταν πιθανότατα αποθηκευτική. Υπήρχε δηλαδή εδώ μια από τις δημόσιες αποθήκες της πόλης, στεγασμένη κι αυτή στο υπόγειο του ίδιου συγκροτήματος.
9. Βυζαντινό τείχος: Φράσσει τον Βόρειο Λόφο από θάλασσα σε θάλασσα, με πορεία περίπου ευθύγραμμη. Έχει μήκος γύρω στα 250μ., πάχος ένα μήκος και σώζεται μέχρι ύψους 3,5μ.. Είναι χτισμένο ακανόνιστα με μικρές πέτρες και ασβεστοκονίαμα. Κατά διαστήματα στην εσωτερική του όψη υπάρχουν λιθόκτιστες αντηρίδες. Η κατασκευή του ανάγεται στους μεσοβυζαντινούς χρόνους (11ος -10ος αιώνας μ.Χ) και σχετίζεται με την εγκατάσταση, στην κορυφή του ίδιου λόφου ενός βυζαντινού οχυρού.
10. Βυζαντινός πύργος - Αρχαϊκό τείχος και πύλη - Αψιδωτό οικοδόμημα -.Μαρμαροθετιμένο δάπεδο: Στο μέσο λοιπόν της διαδρομής του βυζαντινού τείχους και στο υψηλότερο σημείο του, αποκαλύφτηκε ένας μεγάλος τετράγωνος πύργος του, αλλά και διάφορα άλλα, ιδιαίτερα σημαντικά αρχιτεκτονικά λείψανα. Οι τοίχοι του βυζαντινού πύργου, που διατηρούνται σε μεγάλο ύψος, είναι κτισμένοι, εν πολλοίς, με καλολαξευμένους γωνιόλιθους αρχαιότερων κτισμάτων, οι οποίοι παρεμβάλλονται στην απλή του τειχοποιία με τις μικρές πέτρες και το ασβεστοκονίαμα. Δίπλα σ' αυτόν τον πύργο και δεξιά για τον ανερχόμενο, ήρθε τελευταία στο φως ένα τμήμα της πρώτης οχύρωσης της πόλης, που χρονολογείται στα αρχαϊκά χρόνια (6ος αιώνας π. Χ.). Έτσι αποδείχτηκε ότι η γραμμή του αρχαϊκού τείχους ταυτίζεται ακριβώς μ' εκείνη του βυζαντινού. Διαπιστώθηκε δηλαδή ότι το βυζαντινό τείχος, που φράσσει τον Βόρειο Λόφο στην αρχή του, χρησιμοποιεί ως θεμέλιο αυτό ακριβώς το αρχαϊκό τείχος. Το στοιχείο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, για την έκταση κυρίως που είχε η πόλη από την εποχή της ίδρυσής της (7ος αι. π.Χ.) μέχρι τις αρχές του 5ου αι. π.Χ., οπότε η αύξηση του πληθυσμού της επέβαλε την επέκτασή της και στον γειτονικό Νότιο Λόφο, με την κατασκευή της πρώιμης κλασικής οχύρωσης που είδαμε. Στο μικρό τμήμα του αρχαϊκού τείχους που ανασκάφτηκε μέχρι τώρα, ήρθε στο φως και μια από τις κύριες πύλες της αρχαιότερης πόλης των Σταγίρων, μπροστά στην οποία μάλιστα βρέθηκε πεσμένο και σπασμένο το μαρμάρινο υπέρυθρό της. Το υπέρθυρο αυτό πρέπει να είχε συνολικό μήκος γύρω στα 2,50μ., ενώ το σημαντικότερο είναι ότι αποδίδει ανάγλυφα ένα αγριόχοιρο αριστερά, αντιμέτωπο με ένα λιοντάρι στα δεξιά. Από την παράσταση αυτή, η οποία ως γνωστόν, διακοσμεί και τα τετράδραχμα των Σταγίρων (εκεί βέβαια στη δραματική σύνθεση του σπαραγμού ενός κάπρου από το λιοντάρι) βρέθηκαν τα δυο ακραία της τμήματα. Το εύρημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό όχι μόνον γιατί μας δίνει ένα μεγάλο έργο της αρχαϊκής πλαστικής, όχι μόνον γιατί απεικονίζει το ιερό ζώο και σύμβολο της πόλης των Σταγίρων, δηλαδή τον κάπρο (ας θυμηθούμε εδώ ότι το όνομα "κάπρος" έφεραν τόσο στο λιμάνι της πόλης, όσο και το νησάκι απέναντί της), αλλά και επειδή σώζει τμήματα μιας επιγραφής του 6ου αιώνα π.Χ., χαραγμένης μάλιστα βουστροφηδόν. Τον μεγάλο τετράγωνο βυζαντινό πύργο τον περιβάλλει επακριβώς ένα δημόσιο αψιδωτό οικοδόμημα (διαστάσεων 9Χ10 μ.), που δίνει αρχικά την εντύπωση πύργου του αρχαϊκού τείχους που είδαμε. Προσεκτικότερη όμως παρατήρηση και τα κινητά ευρήματα πείθουν ότι το οικοδόμημα αυτό, μολονότι είναι κτισμένο με καλό οικοδομικό υλικό (το οποίο προέρχεται από αρχαιότερα δημόσια οικοδομήματα), όμως ανήκει στα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Η λειτουργία του παραμένει, προς το παρών, προβληματική. Εσωτερικά του βυζαντινού και, κατά συνέπεια, και του αρχαϊκού τείχους, πίσω δηλαδή από την αρχαϊκή πύλη που είδαμε, αλλά έκκεντρα και λοξά τόσο αυτής, όσο και των άλλων κτισμάτων της ίδιας περιοχής, αποκαλύφτηκε κι ένα μεγάλο μαρμαροθετημένο δάπεδο ορθογωνίου σχήματος. Στο κέντρο του μαρμαροθετήματος υπάρχει μια ανάλογα ορθογώνια, αλλά κενή σήμερα μικρή επιφάνεια, στην οποία είναι πολύ πιθανό να υπήρχε αρχικά στημένος ένας μικρός βωμός του 6ου αιώνα π.Χ.
11. Βυζαντινός οχυρωματικός περίβολος - Βυζαντινός πύργος και κινστέρνα: Όπως σημειώσαμε παραπάνω (βλ. αριθμ. 9), στο μεγάλο επίπεδο χώρο, επιφανείας περίπου ενός στρέμματος, που δημιουργείται στην κορυφή του Βόρειου Λόφου, είχε εγκατασταθεί, κατά τους μέσους βυζαντινούς χρόνους, ένα στρατιωτικό οχυρό. Για την οικοδόμησή του χρησιμοποιήθηκε παλιότερο υλικό των αρχαίων Σταγείρων και κορασάνι. Εκτός από το βυζαντινό τείχος, που είδαμε ότι φράσσει ολόκληρο το λόφο, το οχυρό αυτό προστατευόταν και με χωριστό οχυρωματικό περίβολο, πάχους 1 μ., ο οποίος διατηρείται σε μεγάλο ύψος. Σε κάτοψη παρουσιάζει σχήμα τραπεζιού και ενισχύεται εσωτερικά με αντηρίδες, ενώ, εξωτερικά, με τετράγωνους ή κυκλικούς πύργους και πυργοειδείς προβολές. Μέσα στον περίβολο είναι ευδιάκριτα τα ερείπια ενός βυζαντινού πύργου. Αμέσως ανατολικά του, σώζεται, σε καλή κατάσταση, μια μεγάλη και τετράγωνη υδατοδεξαμενή (βυζαντινή κινστέρνα), πλευράς 5 μ. περίπου, η οποία φέρει εσωτερικό επίχρισμα με υδραυλικό κονίαμα. Κάτω από το κονίαμα αυτό διακρίνονται αρκετοί και τεράστιοι, επιμελώς λαξευμένοι γρανίτινοι γωνιόλιθοι, παρόμοιοι και με πολλούς άλλους που υπάρχουν εντοιχισμένοι σε όλα γενικά τα βυζαντινά κτίσματα.
12. Αρχαϊκός ναός: Οι καλολαξευμένοι γρανίτινοι γωνιόλιθοι που μόλις αναφέραμε, αποδείχτηκε ότι προέρχονται από έναν μεγάλο και μάλλον εκατόμπεδο αρχαϊκό ναό (6ος αιώνας π.Χ.), ο οποίος άρχισε ν' ανασκάπτεται στην κορυφή του Βόρειου Λόφου. Μέχρι τώρα αποκαλύφτηκε, σε μήκος άνω των 30 μ., μόνον ο ένας μακρύς του τοίχος, που διατηρείται μέχρι ύψους 2,20 μ. Αρχιτεκτονικά στοιχεία του ναού αποκαλύφτηκαν και άλλα, πλην όμως εντελώς αποσπασματικά ακόμη, αφού η ανασκαφή δεν έχει ολοκληρωθεί. Σημαντικά όμως, για τον ναϊκό χαρακτήρα του οικοδομήματος, είναι, εκτός των άλλων, και αρκετά κομμάτια αρχιτεκτονικών του ή άλλων γλυπτών. Από τα τελευταία σημειώνουμε εδώ τα πολλά τμήματα ενός μεγάλου μαρμάρινου γείσου με ανθέμια και άνθη λωτού εναλλάξ, καθώς και άλλα ενός τεράστιου ιωνικού κυματίου. Στον γλυπτικό διάκοσμο του ναού ανήκουν επίσης ένα τμήμα ανδρικού γενειοφόρου προσώπου, όπως κι ένα μικρό κεφάλι εξαιρετικής ιωνικής τέχνης.
13. Υστεροκλασικό τείχος: Βρίσκεται στα ΒΑ πρανή του Βόρειου Λόφου. Αποκαλύφτηκε, μέχρι τώρα, σε μήκος 140 μ. Στο χαμηλότερο τμήμα του ακολουθεί πορεία ζιγκζαγκωτή, η οποία ψηλότερα γίνεται ευθύγραμμη. Σε σχέση με το πρωιμότερο κλασικό τείχος, τμήματα του οποίου αποκαλύφτηκαν λίγο χαμηλότερα (αμέσως πάνω από την κρημνώδη ακτή), αυτό φαίνεται να εξαιρεί μέρος της παλιότερης πόλης. Έχει πάχος 1,80 μ., σώζεται μέχρι ύψους 3 μ. και είναι κτισμένο ακανόνιστα. Στο μέσο περίπου της διαδρομής του, ανοίγεται μια μικρή πυλίδα. Όπως αποδείχτηκε με την ανασκαφή, πρόκειται για το τείχος που έκτισε ο Φίλιππος Β΄, αφού πρώτα ο ίδιος είχε καταστρέψει την πόλη, στα 349 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές, η ανοικοδόμηση των Σταγείρων από το Φίλιππο έγινε κατά παράκληση του Αριστοτέλη, ο οποίος είχε στο μεταξύ προσληφθεί ως δάσκαλος του Αλεξάνδρου. Κατά διαστήματα στο εσωτερικό μέτωπο του τείχους, κολλούν εγκάρσιοι τοίχοι, οι οποίοι, σε συνδυασμό και με την επιπεδοποίηση του βράχου, δημιουργούν κλιμακωτά οικιστικά άνδηρα. Στο υψηλότερο ειδικά τμήμα του τείχους και σε επαφή με την εσωτερική του πλευρά, ήρθαν στο φως τελευταία αρκετοί ορθογώνιοι χώροι, που ανήκουν σε σπίτια των ελληνιστικών κυρίως χρόνων.
Πηγή:http://eleythir.pblogs.gr/2009/06/stageira-h-patrida-toy-aristotelh.html
(Α.Σ.). Ημερομηνία πρόσβασης: 30/5/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου